Απέναντι απ΄το γραφείο μας, προ δυο μηνών, μεσούσης της κρίσης, άνοιξε ένα κρεοπωλείο.
Η γειτονιά, αυτό ακριβώς που λέει η λέξη, γειτονιά. Το κατάστημα, γωνιακό, σε κεντρικό μεν δρόμο, αλλά όχι εμπορικό. Μήνες το πιλάτευε.
Έφτιαξε, έβαψε, καθάρισε απ’τα μπάζα μια ψιλο-αυλή στο πλάι, γκρέμισε την αυθαίρετη μάντρα που υπήρχε απ’τη μεριά του μικρού, ήσυχου, πλαϊνού στενού, ξανάφτιαξε το πεζοδρόμιο…Μερακλής, είπαμε.
Ιδέα δεν είχαμε τι επρόκειτο να ανοίξει. Απορούσαμε, μάλιστα, με την επένδυση, τέτοια εποχή. Ώσπου, μια ωραία ημέρα, ήρθε ένα φορτηγό και ξεφόρτωσε ένα τεράστιο, επαγγελματικό ψυγείο. Μετά, ξεφόρτωσε ένα ρολό χλοοτάπητα. Την ίδια ημέρα, το μυστικό διέρρευσε. Κρεοπωλείο. "Μα, χασάπικο, εδώ, μέσα στα στενά;", "βρε τρελάθηκε ο Χριστιανός!", "Ε δικό του θάναι το μαγαζί και απ’το να τόχει άδειο είπε να το εκμεταλλευτεί…". Αριθμός θεωριών, ευθέως ανάλογος με αυτόν των γειτόνων. Όλες λανθασμένες.
Το χασάπικο με τον χλοοτάπητα στο πεζοδρόμιο (ίνα παραπέμπει, εικάζω, στα δημώδη περί παχέων αμνών που βόσκουν το χορτάρι), ανήκει σε κρεοπώλη από τα βόρεια του νομού που, μην έχοντας πια δουλειά στο προάστιό του (ένεκα οι μεγάλες αλυσίδες σουπερμάρκετ),
αποφάσισε να νοικιάσει κατάστημα στα σύνορα Χαλανδρίου-Αμαρουσίου, όπου δηλαδή δεν έχουν ακόμη εγκατασταθεί οι μεγάλες αλυσίδες… Περνούσε, είδε άδειο το μαγαζί και, χωρίς να γνωρίζει τίποτα για τη γειτονιά, έσπευσε να καπαρώσει το χρυσωρυχείο.
Στη συνέχεια, για να κερδίσει τη συμπάθεια των νέων γειτόνων και να εξασφαλίσει την πελατεία
προέβη στις εξής ενέργειες